Τρίτη 22 Δεκεμβρίου 2015

Βία, ρατσισμός και εγκληματικότητα στο σύγχρονο νεανικό μυθιστόρημα*


Αλέξανδρος Ν. Ακριτόπουλος
Αν. Καθηγητής του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας
 

 

*Από τον τόμο Σύγχρονα κοινωνικά θέματα στην ελληνική παιδική και νεανική λογοτεχνία- Ξεκλειδώνοντας τα μυστικά της σημερινής κοινωνίας. Επιμέλεια: Τασούλα Δ. Τσιλιμένη. Εκδόσεις Εργαστηρίου Λόγου και Πολιτισμού Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, Βόλος 2009, 232 σελ.  

 
  
 
 

(Απόσπασμα - σελ. 81-85)

……………………………………..

Στο μυθιστόρημα Τα τέρατα του λόφου, το κεντρικό θέμα είναι η εγκληματική δράση μιας παράνομης νεοναζιστικής ομάδας σκίνχεντ νέων στην Αθήνα. Η δράση τους υπαγορεύεται από ιδεολογικούς λόγους, όπως με αλαζονεία και έπαρση υποστηρίζουν, δηλαδή τον ρατσισμό, και την ιδεολογία της Άριας φυλής, και στρέφεται κυρίως κατά των ξένων: των έγχρωμων, των οικονομικών μεταναστών, και γενικά των ασθενέστερων φτωχών ανθρώπων και όσων τους υποστηρίζουν και τους προστατεύουν:
   «-Δεν είχαμε καμιά όρεξη να σε κουβαλήσουμε εδώ, χαζοπιτσιρίκα, γρυλίζει έπειτα. Δε φαντάζομαι να περνάει από το κουτό σου το μυαλό πως οι σκίνχεντ κάνουν απαγωγές για λεφτά και τέτοια. Ο δικός μας ο πολιτισμός είναι ανώτερος, δεν τα καταδέχεται αυτά – τακτοποιεί πιο έξυπνα τα οικονομικά του.  Οι λόγοι που σε τσακώσαμε είναι άλλοι.»

Τα τέρατα του λόφου, σελ. 75.

 Οι ιδεολογικές αφετηρίες είναι ιστορικά γνωστές. Κατάγονται από τον ναζισμό της Προπολεμικής Γερμανίας και σήμερα έχουν αναβιώσει σ’ όλη την Ευρώπη και έχουν διασυνδέσεις σ’ όλον τον κόσμο. Η συγγραφέας Λότη Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου, κατά τη μυθοπλασία, οργανώνει τη δράση (δρώντα πρόσωπα) αλλά και το περιεχόμενο του έργου, δημιουργώντας δύο ιδεολογικά αντίπαλες ομάδες. Το πιο ενδιαφέρον στοιχείο εδώ είναι η σχέση τους μέσα στο κοινωνικό σώμα. Τόσο ο χώρος όπου δρουν είναι κοινός όσο και τα πρόσωπα δεν είναι εντελώς άγνωστα μεταξύ τους. Το παράδειγμα του Μίλτου, που ανήκει στη νεοναζιστική ομάδα και είναι συμμαθητής του Απελλή, είναι εύγλωττο και σηματοδοτεί τις κοινωνικές και ιδεολογικές διαφορές ανθρώπων της ίδιας κοινωνίας, το παράδειγμα ενός κοινωνικού ιστού που είναι διάτρητος:
   «Ο Απελλής και μερικοί άλλοι από την τάξη του προσπάθησαν τον περασμένο χειμώνα να του ανοίξουν τα μάτια. Του μίλησαν, του εξήγησαν, βρήκαν και του έφεραν έντυπα, βιβλία και άρθρα που έχουν δημοσιευτεί στις εφημερίδες για τον νεοναζισμό, αλλά δεν πέτυχαν και πολλά. Ο Μίλτος – έτσι τον λένε τον συμμαθητή του – είναι, λέει, από τα παιδιά που εύκολα παρασύρονται. Έχει και στο σπίτι του ένα σωρό προβλήματα…»
Τα τέρατα του λόφου, σελ. 89.

    Οι επιλογές αυτές σηματοδοτούν τη σοβαρότητα του κοινωνικού προβλήματος, την καθημερινότητα των γεγονότων, καθώς και τη γειτνίαση προσώπων και πραγμάτων. Η πρώτη ομάδα αποτελείται από τέσσερις νεαρούς Έλληνες σκίνχεντ, «τα τέρατα του λόφου», με μαύρα παντελόνια, μαύρες φανέλες και ξυρισμένα κεφάλια, που επιτίθενται στον μικρό Αφρικανό Σάμγουελ, στον λόφο του Στρέφη, μόνο και μόνο επειδή έχει διαφορετικό χρώμα. Η δεύτερη ομάδα αποτελείται από δύο δωδεκάχρονα κορίτσια, την Όλγα και την Ειρήνη, τις οικογένειές τους και τους ανθρώπους του ευρύτερου περιβάλλοντός τους σε συνοικία της Αθήνας εν όψει του γάμου του Φίλιππου και της Χριστίνας, στον οποίο τα κορίτσια θα είναι παράνυφοι. Μετά την επίθεση όμως, θα μπλέξουν σε μια επικίνδυνη περιπέτεια. Η σημειολογία των οικογενειακών σχέσεων των ανθρώπων της δεύτερης ομάδας υποδηλώνει την αποδοχή, τη θετική στάση και την επιλογή της συγγραφέως στις ανοιχτές οικογενειακές σχέσεις, την πολυπολιτισμική κοινωνία, την αποδοχή των ξένων, την άρνηση της ξενοφοβίας και στην καλλιέργεια κλίματος εμπιστοσύνης και αγάπης μεταξύ διαφορετικών φυλών, την απροκατάληπτη στάση απέναντί τους, και στην κατανόηση των προβλημάτων των μεταναστών και των προσφύγων στην Ελλάδα.

    Η πλοκή του έργου αρχίζει με την αναίτια επίθεση των σκίνχεντ στον οκτάχρονο Σάμγουελ στον λόφο του Στρέφη την ώρα που παίζει μόνος. Μάρτυρες του άγριου ξυλοδαρμού του είναι η Όλγα και η Ειρήνη που τον βοηθούν και του συμπαραστέκονται. Η εγκληματική δράση συνεχίζεται με τον άγριο επίσης ξυλοδαρμό ενός συντρόφου των νεοναζιστών, του Ανέστη, τη βομβιστική επίθεση στο «υπόγειο της χαράς» του «καλοκαιρινού Αγιοβασίλη» με τραγικές συνέπειες για τον κύριο Λευτέρη και την «πολύχρωμη συντροφιά» του, την επίθεση σε καφενείο της γειτονιάς κατά του πατέρα του Σάμγουελ, τον οποί τραυματίζουν θανάσιμα στο στήθος, και την απαγωγή της Όλγας, επειδή συμπαρίσταται αυτή και η οικογένειά της στα θύματα, με στόχο την ομηρία της και την ανταλλαγή της με τον Ανέστη, την επίθεση χωρίς ανθρώπινα θύματα στην εκκλησία, μετά την απόδραση της Όλγας, λίγο πριν την ώρα του γάμου, ο οποίος αναβάλλεται. Η ομάδα του αντιναζιστικού μετώπου σχεδιάζει επιτυχώς την απόδραση της Όλγας. Σε συνεννόηση με την Αστυνομία, μετά από πληροφορίες του Ανέστη, συλλαμβάνονται οι περισσότεροι δράστες. Αναβάλλουν τον γάμο, μετά την επίθεση στην εκκλησία, συμπαραστέκονται στα θύματα, τη Φιλιππινέζα Νέλια, τον Αφρικανό, ορφανό πια από πατέρα, Σάμγουελ, τον κύριο Λευτέρη, και τέλος πραγματοποιούν τον γάμο της Χριστίνας και του Φίλιππου, μετά τη σύλληψη και των άλλων δραστών και των συνεργών τους στην Ελλάδα Γερμανών.

  Η συγγραφέας ανανεώνει την αφηγηματική μορφή του εφηβικού μυθιστορήματος. Εναλλάσσει ένα προς ένα στα είκοσι κεφάλαια του βιβλίου την τριτοπρόσωπη αφήγηση με μεταβλητή εστίαση με την πρωτοπρόσωπη επιστολικής μορφής αφήγηση, με αφηγήτρια την Ειρήνη, μια από τις πρωταγωνίστριες της ιστορίας, η οποία ανταλλάσσει ηλεκτρονικά μηνύματα με τη γιαγιά της που ζει στη Νέα Υόρκη:
   «Γιαγιά, καλησπέρα!
   Δεν καταλαβαίνω γιατί ανησύχησες τόσο πολύ μ’ εκείνα που σου έγραψα χτες και τηλεφώνησες αμέσως στη μαμά, Αν είναι να τρομάζεις κάθε φορά που σου γράφω κάτι, δε θα σου ξαναπώ τίποτα, να το ξέρεις!»
Τα τέρατα του λόφου, σελ. 38.

    Στα μονά κεφάλαια ο εξωδιηγητικός αφηγητής εστιάζει πότε στην Όλγα πότε στους άλλους ήρωες και η αφήγηση ακολουθεί ταυτόχρονα και ευθύγραμμα την εξέλιξη της ιστορίας. Τα κεφάλαια αυτά, με εξωτερικό μορφικό στοιχείο την ορθή γραφή με μικρότερα γράμματα εκθέτουν την πορεία των γεγονότων μέσα από τον υποκειμενισμό διαφόρων ηρώων, της Όλγας κυρίως, αλλά και των άλλων προσώπων, χωρίς αναχρονίες κατά κύριο λόγο, ενώ στα ζυγά κεφάλαια που έπονται, η αφήγηση γίνεται από την Ειρήνη αναδρομικά, μέσα από τα μηνύματα όπου και καταγράφεται ο σύντομος χρόνος της ιστορίας (Τρίτη, 21 Αυγούστου έως Κυριακή 9 Σεπτεμβρίου). Επομένως, η αφήγηση διακόπτεται από κεφάλαιο σε κεφάλαιο και μάλιστα σε κορυφαία σημεία της δράσης για λόγους οικονομίας της πλοκής, η οποία έχει στοιχεία αστυνομικού μυθιστορήματος, έτσι ώστε να δημιουργηθεί ψυχική ένταση και αγωνία, και συνεχίζεται με ανάδρομη αφήγηση. Όσα γεγονότα ή λεπτομέρειες δεν τις πληροφορείται ο αναγνώστης από την ταυτόχρονη με τα γεγονότα αφήγηση του εξωδιηγητικού αφηγητή, τα διαβάζει μέσα από την εστιασμένη στην Ειρήνη αφήγηση, στα ηλεκτρονικά της μηνύματα.

    Οι αφηγηματικές αυτές τεχνικές ανανεώνουν τη μορφή του νεανικού-εφηβικού μυθιστορήματος, καθώς η συγγραφέας προσπαθεί με επιτυχία αφενός μέσα από την εναλλαγή των αφηγητών, αφετέρου μέσα από τη μεταβλητή εστίαση σε διάφορους ήρωες, να σηματοδοτήσει την τόσο σύνθετη πραγματικότητα που διέπει τις ανθρώπινες σχέσεις. Ο έφηβος μάλιστα αναγνώστης, με τον τρόπο αυτόν, αναγνωρίζει τη συνθετότητα των κοινωνικών καταστάσεων και των ιδεολογικών συγκρούσεων που καθορίζουν τις ανθρώπινες συμπεριφορές. Ο εξομολογητικός τόνος της φωνής της Ειρήνης στα μηνύματά της, το συναισθηματικό της ύφος, την αμεσότητα και η ενάργεια των σκέψεων της δωδεκάχρονης αυτής ηρωίδας, αποτελεί έναν απλό όσο και ολοκληρωμένο, λογικά και συναισθηματικά, τρόπο, για να περιγραφούν κρίσιμες καταστάσεις της ιστορίας:
    «Αχ, γιαγιά, πώς θα ήθελα να ήσουν εδώ! Τώρα στη Βοστώνη θα είναι βράδυ. […]. Αν ήσουν κοντά μου, θα έπεφτα στην αγκαλιά σου και ίσως να τα κατάφερνα να κλάψω και λίγο, να φύγει αυτός ο κόμπος που έχω στο λαιμό. Τώρα δε γίνεται. Τα μάτια μου είναι στεγνά. Βλέπω μπροστά μου διαρκώς τον πατέρα του Σάμγουελ ξαπλωμένο στο δάπεδο του καφενείου με τον κόκκινο λεκέ στο στήθος, Και στο νου μου έχω την Όλγα. Τη σκέφτομαι και τρέμω, Κι ο κόμπος με πνίγει περισσότερο.»
Τα τέρατα του λόφου, σελ. 92.

     Ο αναγνώστης βιώνει μαζί της την αγωνία, τη θλίψη, τον φόβο, την οργή, τον αποτροπιασμό και τη φρίκη για την απάνθρωπη δράση των εγκληματιών. Για τον θάνατο του μόχθου και της ελπίδας, που συμβολίζει ο πατέρας του Σάμγουελ κύριος Ντίκον, για τον βιασμό της ανθρωπιάς και της αγάπης, που συμβολίζει ο κύριος Λευτέρης, ο «καλοκαιρινός Αγιοβασίλης», «το καλό στοιχειό της γειτονιάς». Για τον αγώνα με σθένος κατά του νεοναζισμού, τον αγώνα της ανθρωπιάς και της αγάπης, που συμβολίζει η Όλγα αλλά και οι γονείς και οι φίλοι της. Συνθέτει εντέλει ο αναγνώστης, μέσα από τον υποκειμενισμό των χαρακτήρων, τη δική του άποψη για τα τεκταινόμενα της ίδιας της Ιστορίας, μέσα από τις φωνές των ηρώων της μυθιστορηματικής αυτής ιστορίας.