Τρίτη 21 Φεβρουαρίου 2012

H απειλή μιας νέας τάξης πραγμάτων στην έκδοση βιβλίων για παιδιά και νέους



(Ένα παλιότερο άρθρο που εξακολουθεί να είναι επίκαιρο)
 
΄Ενα φαινόμενο που τα τελευταία χρόνια τείνει να πάρει μεγάλες διαστάσεις στις οικονομικά «αναπτυγμένες» χώρες και ιδίως στις Η.Π.Α. αφορά την έκδοση και τη διακίνηση λογοτεχνικών βιβλίων. Το αναγνωστικό κοινό, παράλληλα με την αγορά κάποιου μυθιστορήματος, ωθείται με θορυβώδεις διαφημίσεις και στην κατανάλωση «προϊόντων» που σχετίζονται με την πλοκή ή τους ήρωές του. Χτυπητό πρόσφατο παράδειγμα η πολυδιαφημισμένη μεταφορά στον κινηματογραφική οθόνη αλλά και τα διάφορα «παιχνίδια» και αντικείμενα που ετοιμάστηκαν για να συνοδεύσουν ή να ακολουθήσουν το περιβόητο βιβλίο «Κώδικας Ντα Βίντσι». Αντίστοιχα παραδείγματα –λίγα προς το παρόν– εμφανίζονται και στην ελληνική αγορά.
Εκεί ωστόσο που το φαινόμενο αυτό γίνεται άκρως ανησυχητικό είναι η παραγωγή λογοτεχνικών βιβλίων για παιδιά και νέους. Σε άρθρο του στο περιοδικό The Horn Book Magazine (Τόμος LXXX, αριθ. 5, Σεπτέμβριος/Οκτώβριος 2002), με τον χαρακτηριστικό τίτλο “Storyselling: Are Publishers Changing the Way Children Read?”, ο καθηγητής παιδικής λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο της Πενσυλβάνια Daniel Hade διαπιστώνει συνοπτικά τα εξής:
Αυξάνεται ο αριθμός των σημαντικών εκδοτικών οίκων που αγοράζονται από οικονομικούς οργανισμούς, άσχετους με τον εκδοτικό χώρο. Οι πεπειραμένοι επιμελητές και οι δοκιμασμένοι υπεύθυνοι εκδόσεων απομακρύνονται. Η επιλογή των βιβλίων που θα εκδοθούν γίνεται έργο όλο και λιγότερων ατόμων, που στόχο έχουν όχι την έκδοση αξιόλογων βιβλίων, αλλά βιβλίων που προσφέρονται ως βάση για να δημιουργηθούν προϊόντα σχετικά με τους ήρωές τους: Κούκλες, μπλούζες, σάκες, μολύβια, τετράδια, πάσης φύσεως παιχνίδια από επιτραπέζια ως κατασκευές, αλλά και ποτήρια, πιάτα, σεντόνια, μαξιλάρια, μέχρι λάμπες και μικροέπιπλα για τα παιδικά δωμάτια, και φυσικά διαφόρων ειδών ηλεκτρονικά μέσα. ΄Ολα τα άλλα “προς έκδοση” βιβλία απορρίπτονται. Παράλληλα, αποσύρονται από την βιβλιαγορά όσα βιβλία έχουν εκδοθεί αλλά δεν εξυπηρετούν παρόμοιους στόχους, ακόμη και τα πιο εκλεκτά. ΄Ετσι ο αγοραστής έχει τη δυνατότητα να επιλέξει μόνον από όσα βιβλία έχουν προεπιλεγεί από τους προμηθευτές με αυτή τη λογική.
Βέβαια, υπήρχαν και παλιότερα κουκλίτσες ή άλλα παιχνίδια και αντικείμενα εμπνευσμένα από ήρωες παιδικών βιβλίων. Ωστόσο η κατασκευή και πώλησή τους ήταν επακόλουθο της εξαιρετικής επιτυχίας κάποιων κειμένων, κλασικών ως επί το πλείστον (το Πινόκιο, για παράδειγμα) και δεν ήταν ο πρωταρχικός σκοπός ή η αιτία που προωθήθηκαν τα αντίστοιχα βιβλία. Σήμερα η λέξη κλειδί στο «μάρκετινγκ» των παιδικών βιβλίων είναι η λέξη “synergy” – συνέργια! Τα βιβλία που θα επιλεγούν για να εκδοθούν και να κυκλοφορήσουν πρέπει να είναι ικανά να δημιουργήσουν μια σειρά από άλλα προϊόντα που θα πωληθούν παράλληλα.
Οι τεράστιοι αυτοί οικονομικοί οργανισμοί διοχετεύουν τα βιβλία τους σε βιβλιοπωλεία αλυσίδες, με τα οποία κατακυριεύουν την αγορά, κάτι που οδηγεί σε μαρασμό τα παραδοσιακά βιβλιοπωλεία και ακυρώνει τη δυνατότητα παρέμβασης των πεπειραμένων και ευσυνείδητων βιβλιοπωλών στην επιλογή και την προώθηση των πραγματικά αξιόλογων βιβλίων. ΄Αλλη τάση των οικονομικών αυτών οργανισμών είναι να εκδίδουν και να προωθούν βιβλία που καλούνται ή αποφασίζουν να γράψουν κάποιες διασημότητες, άσχετες με την παιδική/νεανική λογοτεχνία, γνωστές όμως από άλλους τομείς κυρίως μέσω του κινηματογράφου ή της τηλεόρασης. Παράδειγμα τα βιβλία της τραγουδίστριας Μαντόνα. Τα βιβλία αυτά μπορεί να είναι χαμηλής λογοτεχνικής ποιότητας, προσφέρονται όμως για υψηλές πωλήσεις.
Και ο Hade καταλήγει: Οι ιστορίες είναι τα οικοδομικά υλικά της σκέψης μας. Χρησιμοποιούμε ιστορίες για να ερμηνεύσουμε τα γεγονότα στη ζωή μας και να σχηματίσουμε τις ιδέες μας για τον εαυτό μας και τους άλλους. Οι οικονομικοί αυτοί οργανισμοί σύντομα θα είναι κυρίαρχοι και θα έχουν το μονοπώλιο στη διαχείριση των ιστοριών της κουλτούρας μας και στα μέσα μετάδοσής τους, ηλεκτρονικά και μη. Με την ανατέλλουσα παγκοσμιοποίηση, η επιρροή που θα ασκούν οι τεράστιοι αυτοί οργανισμοί θα είναι πολύ βαθιά. Και ας μην παρασυρθούμε να σκεφτούμε ότι όλη αυτή η εμπορευματοποίηση μπορεί να προωθεί την αναγνωστικότητα, άρα μπορεί να είναι κάτι καλό. Γιατί το μήνυμα που κυριαρχεί και μεταδίδεται στα παιδιά δεν είναι «διάβασε!» αλλά «κατανάλωσε!». Οι οργανισμοί αυτοί δεν δημιουργούν αναγνώστες, κατασκευάζουν καταναλωτές.
Εύκολα αντιλαμβάνεται κανένας, προσθέτουμε εμείς, πώς μπορούν με τέτοιους τρόπους να χειραγωγηθούν οι μελλοντικές γενιές από πάσης φύσεως «κυρίαρχους», «παγκόσμιους δικτάτορες» ή «πλανητάρχες».
Και το πολυσέλιδο αυτό άρθρο του Hade, το εξαιρετικά ενδιαφέρον αλλά και εφιαλτικό, τελειώνει με την εξής θλιβερή φράση: «Τελικά, τι από τα παιδιά μας δεν είναι πια για πούλημα;»
            Ας διερωτηθούμε λοιπόν: Οι Ευρωπαίοι θα αντιδράσουν σε μια τέτοια προοπτική που στοχεύει στη δημιουργία μελλοντικών άβουλων καταναλωτών και χειραγωγούμενων πολιτών; ΄Η θα αφήσουν στα χέρια εκμεταλλευτών και αδίστακτων οικονομικών συμφερόντων ακόμα και την πνευματική τροφή των παιδιών τους;